«ουδέ αίμα μαρτυρίου ημπορεί να εξαλείψη την αμαρτίαν του χωρισμού της Εκκλησίας και της διαιρέσεως, και το να σχίση τινάς την Εκκλησίαν είναι χειρότερον κακόν από το να πέση εις αίρεσιν» Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος

Δευτέρα 30 Νοεμβρίου 2015

ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

ΑΠΟΨΕΙΣ ΓΙΑ ΤΟ ΣΧΙΣΜΑ ΤΟΥ ΠΑΛΙΟΥ ΗΜΕΡΟΛΟΓΙΟΥ

Οι Έλληνες είμαστε παραδοσιακά ορθόδοξος λαός, με αγάπη για τους αγίους, για την Εκκλησία και τον κλήρο. Παραπλεύρως της ορθόδοξης Εκκλησίας υφίστανται ομάδες συγκριτικά ολιγάριθμων χριστιανών που αυτοπροσδιορίζονται σαν «γνήσιοι ορθόδοξοι» ή «πιστοί του πατρώου εορτολογίου» ή, απλά, παλιοημερολογίτες. Κάποιοι από αυτούς θρησκεύουν με ιδιαίτερο τρόπο, συχνά και με ιδιαίτερο ζήλο, άλλοτε αξιομίμητο, άλλοτε επιθετικό και ακραίο. Το δυστύχημα είναι πως οι περισσότεροι από τους παλιοημερολογίτες δεν έχουν καμμία πνευματική σχέση με την μάνα μας Εκκλησία και βρίσκονται εκ των πραγμάτων σε κατάσταση αυτοαποκοπής τους από αυτή, δηλαδή σε κατάσταση σχίσματος. Τα αίτια και οι αφορμές έχουν ερευνηθεί και επισημανθεί επαρκώς και ιεροσυνοδικώς από την Εκκλησία, αλλά και από εγκρίτους θεολόγους, κληρικούς κάθε βαθμίδας, κοινωνιολόγους, ιστορικούς, ακαδημαϊκούς, ακόμη και από συγχρόνους αγίους, όπως οι άγιοι Πορφύριος Καυσοκαλυβίτης και Παϊσιος Αγιορείτης.

Άπειρη είναι η ποικιλία των ψυχικών διαθέσεων που φέρνουν τον άνθρωπο σε χωρισμό από τον συνάνθρωπο, ομοίως ατελείωτες οι εικαζόμενες αιτίες ή αφορμές για την διάσπαση της ενότητας της Εκκλησίας. Αυτή η διάσπαση της ενότητας, το σχίσμα μεταξύ των πιστών, είναι ουσιαστικά το μόνο που έχει να «φοβηθεί» η Εκκλησία ανά τους αιώνες. Βαλλόμενη έξωθεν μαρτυρεί και θριαμβεύει, πληγούμενη έσωθεν διασπάται και θρηνεί. Ανέκαθεν η Εκκλησία απορρίπτει κατηγορηματικά τα σχίσματα και τις διαιρέσεις, πράγμα που ρητά αναφέρεται ήδη από τον Απόστολο Παύλο. Ο ίδιος ο Κύριος μας επιτάσσει να είμαστε ένα μεταξύ μας και ένα μαζί Του.
Τα σχίσματα αντιστρατεύονται το σωτηριώδες έργο της Εκκλησίας και την μαρτυρία της στον κόσμο, ουσιαστικά πολεμούν την ίδια την Εκκλησία και τον Κύριο με τον χειρότερο δυνατό τρόπο: από μέσα, σαν εμφύλιος, από λύκους που ομοιάζουν με πρόβατα, κατά την ευαγγελική παρομοίωση. Οι σχισματικοί είναι δυσδιάκριτοι από τους ορθοδόξους, είναι ομοιότροποι, πρεσβεύουν τα ίδια δόγματα, εξωτερικά έχουν τα ίδια ενδύματα, την ίδια ψαλτική και ναοδομία κλπ, έχουν όμως αποσκιρτήσει από την ενιαία εκκλησιαστική διοίκηση και, βεβαίως από την εκκλησιαστική κοινωνία. Με ιδία ευθύνη τίθενται εκτός Εκκλησίας, καθίστανται αυτοβούλως εξωεκκλησιαστικοί, ενώ ακολουθούν κληρικούς δίχως αναγνώριση από την Εκκλησία, οι οποίοι τελούν χωριστές ιεροπραξίες, «πήγουν ίδιον θυσιαστήριον» κατά την εκκλησιαστικοί ορολογία, αντισυνάγουν και παρασυνάγουν τους πιστούς, αντιστρατεύονται την κανονική πνευματική αρμοδιότητα του εκάστοτε οικείου ορθοδόξου επισκόπου, καθιστάμενοι ανεπίσκοποι και παρασυνάγωγοι.
Στην Ελλάδα υπάρχει πλειάδα από παρασυναγωγές των λεγομένων παλιοημερολογιτών, τουλάχιστον δεκαέξι οργανωμένες και χωριστές αντικανονικές «ορθόδοξες εκκλησίες», κάθε μία με δικό της «ορθόδοξο ιερατείο» από παλιοημερολογίτες «αρχιεπίσκοπο και μητροπολίτες». Αυτές δεν έχουν την απαρχή τους στην ίδρυση της Εκκλησίας κατά την επιφοίτηση του αγίου Πνεύματος την ημέρα της Πεντηκοστής, αλλά προέρχονται από την οργανωμένη εκκλησιαστική ανταρσία τριών επισκόπων του έτους 1935 με πρόσχημα την διόρθωση του ημερολογίου, είναι δηλαδή εντελώς νεωτερικές, παρά την λεκτική αναφορά τους σε «παλαιό ή πατρώο ή παραδοσιακό κλπ ημερολόγιο». Οι αντικανονικές εκκλησίες των παλιοημερολογιτών ονομάζονται από την Εκκλησία της Ελλάδος ως παρασυναγωγές και δεν αναγνωρίζονται ως ορθόδοξες, ενώ είναι θεμελιώδες πως η Εκκλησία είναι Μία Αγία Καθολική και Αποστολική. Η Εκκλησία διαθέτει ιερατείο με ευθεία αναφορά και προέλευση τους αγίους Δώδεκα Αποστόλους και όχι οιουσδήποτε παραεκκλησιαστικούς αντάρτες ή αρχηγίσκους του 20ού αιώνα.
Η πρωτοσχηματισθείσα το 1935 και χειραγωγούμενη από τους ανωτέρω τρεις «παράταξις ή εκκλησία των γνησίων ορθοδόξων» γρήγορα (ήδη το 1937) διασπάστηκε σε δύο παρατάξεις, άκρως αντιμαχόμενες περί καθαρότητας και γνησιότητας πίστεως, μυστηρίων και χειροτονιών. Υπάρχουν σήμερα συγκεκριμένοι ηγήτορες του παλιοημερολογιτισμού, οι περισσότεροι εκ των οποίων ρασοφορούν δίχως αναγνωρισμένη χειροτονία από την κανονική Εκκλησία ή ακόμη και μετά από την καθαίρεσή τους για ποικίλους λόγους. Κατ’ επιλογήν και ευθύνη συγκεκριμένων προσώπων συντηρούνται σχήματα παραεκκλησιαστικά, τα οποία διαθέτουν ναούς και κληρικούς που παρουσιάζονται σαν ορθόδοξοι δίχως ευλογία και αναγνώριση από την Εκκλησία της Ελλάδος ή από το οικουμενικό Πατριαρχείο ή από οποιαδήποτε άλλη τοπική ορθόδοξη Εκκλησία ανά την οικουμένη.


[συνεχίζεται]